ΕΝΟΤΗΤΕΣ

    https://anthimidis.gr/ypiresies/mastos/?utm_source=page&utm_medium=services&utm_campaign=egimosini_thilasmos_kark_mastou

    Λίγα λόγια για τον μαστό

    Ο γυναικείος μαστός είναι ένας αδένας, ο οποίος βρίσκεται μπροστά από το θωρακικό τοίχωμα, και περιβάλλεται από συνδετικό και λιπώδη ιστό και εκτείνεται μέχρι τη μασχάλη. Ο αδένας αυτός ονομάζεται μαζικός αδένας και βιολογικά ο σκοπός του είναι η παραγωγή του γάλακτος για τη συνέχιση της θρέψης του παιδιού από τη μητέρα μετά την εγκυμοσύνη.

    Το μέγεθος του μαστού δεν ανταποκρίνεται στην εκκριτική ικανότητά του γιατί συχνά το μεγαλύτερο μέρος του αποτελείται από λιπώδη ιστό. Ο εκκριτικός ιστός αποτελείται από 15-20 λοβούς που συγκλίνουν ακτινωτά προς τη θηλή. Οι λοβοί διαιρούνται σε λόβια και στη συνέχεια στις τελικές εκκριτικές μονάδες, τις αδενικές κυψέλες. Κάθε λοβός καταλήγει σε έναν εκφορητικό  (γαλακτοφόρο) πόρο που εκβάλλει ανεξάρτητα ο καθένας στο δέρμα της θηλής. Κάθε γαλακτοφόρος πόρος σχηματίζεται από τη συμβολή των λοβιακών εκφορητικών πόρων και οι τελικές απολήξεις των πόρων σχηματίζουν τις αδενικές κυψέλες, στις οποίες βρίσκονται και τα εκκριτικά αδενικά κύτταρα.

    Καρκίνος του μαστού

    Ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο συχνή μορφή καρκίνου στο γυναικείο πληθυσμό. Περίπου  1 στις 8 γυναίκες παγκοσμίως θα εμφανίσουν καρκίνο του μαστού, ενώ υπολογίζεται πως το 27% εξ αυτών θα μπορούσαν να το έχουν προλάβει, αν είχαν γνώση των παραγόντων κινδύνου και εφάρμοζαν τις ανάλογες αλλαγές συμπεριφοράς.

    Η κάθε περίπτωση καρκίνου του μαστού είναι διαφορετική. Υπάρχουν διαφορετικά είδη, με διαφορετικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, τρόπους ανάπτυξης και έκβαση. Το μοριακό προφίλ του κάθε καρκίνου αποτελεί την ταυτότητά του και είναι εκείνο που θα ορίσει και την καταλληλότερη θεραπεία.

    Σχέση μεταξύ τεκνοποίησης & καρκίνου του μαστού

    Το αναπαραγωγικό ιστορικό σχετίζεται με την έκθεση σε ενδογενή επίπεδα οιστρογόνων. Γυναίκες, οι οποίες δεν έχουν τεκνοποιήσει παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου κατά 30%, σε σχέση με γυναίκες που έχουν τεκνοποιήσει. Ταυτοχρόνως ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού ελαττώνεται κατά 7% για κάθε τελειόμηνη κύηση.

    Στις ανεπτυγμένες χώρες η αναπαραγωγική συμπεριφορά των γυναικών διαμορφώνεται κυρίως από κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες και λιγότερο βιολογικούς. Για διάφορους λόγους πλέον οι γυναίκες αναβάλλουν την τεκνοποίηση και συνήθως αποκτούν και μικρότερο αριθμό παιδιών. Οι επιλογές αυτές θεωρείται πως λαμβάνουν μερίδιο ευθύνης για την αύξηση του επιπολασμού του καρκίνου του μαστού.

    Ηλικία πρώτης τεκνοποίησης & καρκίνος του μαστού

    Όπως προαναφέρθηκε η εγκυμοσύνη παίζει προστατευτικό ρόλο έναντι του καρκίνου του μαστού. Σημαντική παράμετρο αποτελεί και η ηλικία της πρώτης ολοκληρωμένης κύησης, με ορόσημο τα 30 έτη. Η προχωρημένη ηλικία πρώτης τελειόμηνης κύησης αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου περισσότερο και από την ατοκία. Σε σχετικές έρευνες έχει αποδειχθεί πως γυναίκες που τεκνοποιούν σε ηλικία μεγαλύτερη των 35 ετών παρουσιάζουν 5% μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού, σε σχέση με άτοκες γυναίκες. Η μεγάλη ηλικία τελειόμηνης τεκνοποίησης καθυστερεί την ωρίμανση των κυττάρων του μαζικού αδένα, γεγονός που πιθανώς οδηγεί σε ένα μεγαλύτερο ποσοστό ανώριμων κυττάρων, τα οποία είναι ευπαθή στην καρκινογένεση.

    Θηλασμός & καρκίνος του μαστού

    Μεταξύ των παραγόντων που αποδεδειγμένα μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού βρίσκεται ο θηλασμός. Συγκεκριμένα κάθε έτος θηλασμού μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού κατά 4,3%. Κατά τη διάρκεια του θηλασμού, μεταξύ άλλων, συμβαίνουν ορμονικές διεργασίες, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση των τακτικών κύκλων ωοθυλακιορρηξίας. Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται ο συνολικός χρόνος που μία γυναίκα εκτίθεται σε ενδογενή οιστρογόνα, ορμόνες, οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων.

    Εμφάνιση καρκίνου του μαστού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού

    Στατιστικά 1 στις 3.000 εγκύους γυναίκες θα ανακαλύψουν πως πάσχουν από καρκίνο του μαστού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η νόσος συχνά δεν ανιχνεύεται έγκαιρα σε περιπτώσεις εγκύων ή θηλαζουσών γυναικών. Αυτό συμβαίνει γιατί τίθεται δύσκολα η διαφορική διάγνωση ανάμεσα στον καρκίνο του μαστού και στις καταστάσεις οι οποίες όντως οφείλονται στην εγκυμοσύνη ή το θηλασμό. Έτσι όγκοι που συνήθως ανακαλύπτονται από την ίδια τη γυναίκα συχνά αποδίδονται λανθασμένα στην κατάσταση της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού, ενώ ταυτοχρόνως αποφεύγεται και ο πιο δραστικός «επεμβατικός» έλεγχος.

    Στις περισσότερες περιπτώσεις οι βλάβες που ανακαλύπτουν οι γυναίκες οφείλονται σε καλοήθεις παθήσεις, όπως αδένωμα, γαλακτοκήλη, μαστίτιδα και καλοήθη αιμορραγική έκκριση από τη θηλή. Παρόλα αυτά θα πρέπει να γίνεται πλήρης και λεπτομερής έλεγχος και αν είναι απαραίτητο ακόμη και βιοψία μαστού, προκειμένου να αποκλεισθεί κάθε πιθανότητα κακοήθειας. Μία έγκυος ή θηλάζουσα γυναίκα θα πρέπει να ελέγχεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με οποιαδήποτε άλλη γυναίκα όταν υπάρχει η υποψία κακοήθειας.

    Ταυτοχρόνως ο ιατρός, ο οποίος θα πραγματοποιήσει τις διαγνωστικές εξετάσεις, θα πρέπει να έχει την αντίστοιχη ειδίκευση, ενασχόληση και εμπειρία στο πεδίο. Ο έλεγχος που θα πραγματοποιηθεί θα πρέπει να είναι ακριβής ως προς τη διάγνωση κακοήθειας, αλλά ταυτόχρονα να μη βλάπτει το έμβρυο και να μην οδηγεί σε διακοπή του θηλασμού.

    Τέλος την παρουσίασή του με θέμα «ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ – ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ» μπορείτε να βρείτε στο παρακάτω  έγγραφο pdf.

    Δείτε το pdf.